γανωματάς — γανωματάς, ο και γανωματής, ο ο κασσιτερωτής, ο καλαϊτζής … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
γανωτής — ο ο γανωματάς … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)